Οι μέρες που περνάνε δεν αντέχουν σωτηρία
και τρέχουν οι αριθμοί να πνίξουν τα προσκέϕαλα τους
στα δέματα τους παραγράϕεται η ιστορίακαι τρέχουν οι αριθμοί να πνίξουν τα προσκέϕαλα τους
και το νερό που ήπιαν δεν ποτίζει τα έλατα τους
Ο κόσμος που κινείται δεν κουνάει την ουρά του
κινείται, όταν ταυτόχρονα περνάει για τη σειρά του
δεν ξέρει να ϕλερτάρει και δεν ξέρει να υποκύπτει
δεν παίρνει απ΄το χρόνο που πιέζεται απ' την κρύπτη
δεν ξέρει να ϕλερτάρει και δεν ξέρει να υποκύπτει
δεν παίρνει απ΄το χρόνο που πιέζεται απ' την κρύπτη
[Σ' όλες τις μέρες που θα κλέψουν
δε θα γνωρίσουν άλλη πολιτεία
χυμένοι τώρα να φιλέψουν
να ΄χουν στο δρόμο τους μια συνοδεία
Κι εκείνοι μόνοι θα περνούσαν
δε θ' αναγνώριζαν την πολιτεία
θα ζούσανε και θα γελούσαν
να νιώσουν ως χρισμένη κουστωδία]
Τα χέρια τους στα έργα τους κοιτούν απορημένα
ϕοβούνται ν΄ αποδράσουν απ΄ το μάταιο της λαβής τους
κι αϕού για να σε πλάσουν είχαν μείνει στερημένα
στη ζύμωση τους γίνανε οι ίδιοι επιβλαβείς τους
κι αϕού για να σε πλάσουν είχαν μείνει στερημένα
στη ζύμωση τους γίνανε οι ίδιοι επιβλαβείς τους